Counter-offer (to) ή counter (to) ALL0-9ABCDEFGHIJKLMNOPQRSTUVWXYZ« Back to Glossary IndexΑπαντώ σε μία προσφορά π.χ. ναυλώσεως, τροποποιώντας κατά κάποιο τρόπο τους όρους της ληφθείσας προσφοράς. « Back to Glossary Index